ΡΑΨΩΔΙΑ Γ
Μέχρι το πρωί το πλοίο είχε φτάσει στο βασίλειο του Νέστορα στην Πύλο. Εκείνες τις ώρες γίνονταν θυσίες προς τιμής του θεού Ποσειδώνα. Ο Νέστορας καλωσόρισε τους ξένους, προσφέροντας τους κρασί να πιουν, σύμφωνα με τους νόμους της φιλοξενίας.
Ο Τηλέμαχος, έχοντας δίπλα του τον Μέντορα, είπε στον βασιλιά τον λόγο της επίσκεψής τους. Του ζήτησε να του αποκαλύψει αν γνώριζε κάτι για την τύχη του Οδυσσέα, ακόμα κι αν εκείνος ήταν νεκρός. Ο Νέστωρ δάκρυσε, καθώς έφερε στο νου του τις περιπέτειες και τις εμπειρίες που είχαν ζήσει μαζί στην Τροία, καθώς και τους τόσους άλλους ήρωες που πολλοί από αυτούς δεν επέστρεψαν ποτέ στις πατρίδες τους. Απάντησε λοιπόν στον Τηλέμαχο ότι ο Οδυσσέας δεν πέθανε στην Τροία. Την τελευταία φορά που ο Νέστορας είδε τον Οδυσσέα ήταν όταν εκείνος αποφάσισε να μην φύγει μαζί με τους πρώτους που αναχώρησαν, αλλά έμεινε για λίγο ακόμα, μαζί με τον Αγαμέμνονα, ο οποίος απέδωσε τιμές στους θεούς.
Ο Νέστωρ εξιστόρησε και τα βάσανα του Αγαμέμνονα στον Τηλέμαχο, λέγοντας για την τραγική μοίρα που τον περίμενε στην επιστροφή τους στις Μυκήνες. Εκεί βρήκε το θάνατο από την ίδια την γυναίκα του που στο μεταξύ είχε βρει εραστή. Στη συνέχεια συμβούλεψε τον Τηλέμαχο να μιλήσει και με τον Μενέλαο στην Σπάρτη, ο οποίος είχε επίσης συναντήσει μεγάλη ταλαιπωρία μέχρι να επιστρέψει στην χώρα του. Μπορεί εκείνος να γνώριζε κάτι παραπάνω για τον πατέρα του. Ο Τηλέμαχος έμεινε τη νύχτα στο παλάτι του Νέστορα, ως φιλοξενούμενός του. Την επόμενη μέρα πήρε από τον βασιλιά μια άμαξα για να τον μεταφέρει μέχρι την Σπάρτη.